ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ AΡΧΕΙΟΥ
File Categories: | |
---|---|
Χώρα αναφοράς: |
![]() |
Ημερομηνία: | 17/04/2018 |
Συναπτόμενο αρχείο: |
Εαρινή Έκθεση Παγκόσμιας Τράπεζας για οικονομίες χωρών Δυτικών Βαλκανίων mk.docx
![]() |
Έκδοση: | Γραφείο Ο.Ε.Υ. Σκοπίων |
Πηγή: | Παγκόσμια Τράπεζα |
Κείμενο: | Η προσφάτως δημοσιευθείσα εαρινή Έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας για τις οικονομίες των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων προβλέπει ότι η οικονομία της πΓΔΜ θα επανέλθει, το 2018, σε θετικό ρυθμό ανάπτυξης της τάξης του 2,3%, μετά τη στασιμότητα του 2017. Αναμένεται, μάλιστα, ότι το ποσοστό αύξησης του ΑΕΠ της χώρας θα συνεχίσει να κινείται ανοδικά και την επόμενη διετία ανερχόμενο σε 2,7%, το 2019 και 3,0%, το 2020. Παρά την ως άνω θετική προοπτική, δεν μπορεί να παραβλεφθεί ότι οι φθινοπωρινές προβλέψεις της Παγκόσμιας Τράπεζας για την ανάπτυξη της οικονομίας της πΓΔΜ, τη διετία 2018-2019 (αύξηση του ΑΕΠ κατά 3,2% για το τρέχον έτος και 3,9% για το επόμενο), έχουν αναθεωρηθεί επί τα χείρω από την εαρινή Έκθεση του Οργανισμού. Επιπλέον, παρά την ανοδική πορεία που καταγράφει μέχρι και το 2020, ο ρυθμός ανάπτυξης της πΓΔΜ υπολείπεται του μέσου ρυθμού ανάπτυξης των οικονομιών των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων (ο οποίος ανέρχεται κατά μέσον όρο στο 3,5% για το διάστημα 2018-2020). Το 2018 είναι, μάλιστα, ο χαμηλότερος (όπως και το 2017), ενώ τη διετία 2019-2020 κατατάσσεται στην προτελευταία θέση (ξεπερνώντας τον ρυθμό ανάπτυξης του Μαυροβουνίου). Η στασιμότητα της οικονομίας της πΓΔΜ, το 2017, αντανακλά, σύμφωνα με την Έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας, τις αρνητικές συνέπειες της παρατεταμένης πολιτικής κρίσης που βίωσε η χώρα, οι οποίες έγιναν αισθητές τόσο στην εισροή Άμεσων Ξένων Επενδύσεων (μείωση κατά 32,8% σε επίπεδο ροών), όσο και στους τομείς των κατασκευών και της μεταποίησης. Μοναδικό στήριγμα της ανάπτυξης κατά το παρελθόν έτος ήταν η ιδιωτική κατανάλωση. Παρά πάντως τη στασιμότητα της οικονομίας, η αγορά εργασίας της πΓΔΜ διατήρησε τη θετική της πορεία και το 2017. Συγκεκριμένα, κατεγράφη αύξηση της απασχόλησης κατά 2,4% (σε σχέση με το 2016), εν μέρει λόγω και των κρατικών ενισχύσεων του πρώτου εξαμήνου του 2017, οι οποίες εκτιμάται ότι συνέβαλαν στη δημιουργία 5.000 νέων θέσεων εργασίας. Το ποσοστό ανεργίας συνέχισε την πτωτική του πορεία, υποχωρώντας στο ιστορικό χαμηλό του 22,4% (από 23,7% το 2016). Ωστόσο, στη διαμόρφωση αυτής της πτωτικής τάσης συμβάλλει, εκτός από τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και η μείωση του εργατικού δυναμικού της χώρας, ως αποτέλεσμα της μετανάστευσης, η οποία υπολογίζεται ότι ανέρχεται στο 25% του πληθυσμού της και αφορά, σε μεγάλο βαθμό, σε άτομα υψηλού μορφωτικού επιπέδου. Επιπλέον, το ποσοστό ανεργίας στην πΓΔΜ είναι αισθητά υψηλότερο από τον μέσο όρο των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων (19,4%), καταλαμβάνοντας τη δεύτερη θέση μετά το Κόσσοβο (30,4%). Στα δημόσια οικονομικά, η αύξηση των εσόδων (κατά 6,1% σε ετήσια βάση) αντισταθμίστηκε από αντίστοιχη αύξηση των δαπανών (κατά 6,0% σε ετήσια βάση), με αποτέλεσμα το δημοσιονομικό έλλειμμα να διατηρηθεί στο -2,7% του ΑΕΠ (όσο και το 2016). Το δημόσιο χρέος περιορίστηκε στο 46,7% του ΑΕΠ (από 48,5% το 2016). Προβλέπεται, ωστόσο, ότι την επόμενη διετία θα καταγράψει έντονα ανοδική τάση, ανερχόμενο, το 2019, στο 58,5%. Η Παγκόσμια Τράπεζα επισημαίνει (όπως και στη φθινοπωρινή Έκθεσή της) ότι ο κυριότερος κίνδυνος για τη μακροοικονομική σταθερότητα προέρχεται από τον δημοσιονομικό τομέα, με τις μεγαλύτερες δημοσιονομικές πιέσεις να ασκούνται από το υψηλό και διογκούμενο έλλειμμα του ασφαλιστικού συστήματος (χρηματοδοτούμενο από το κράτος) και το κόστος εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους. Συγκρατείται ότι το εξωτερικό χρέος της πΓΔΜ κινείται σε υψηλά επίπεδα και δεν φαίνεται να μειώνεται την επόμενη τριετία. Αντιθέτως, από 64,7% του ΑΕΠ, το 2016, αυξήθηκε σε 73,5%, το 2017, για να αγγίξει το 79,4%, το 2020. Σε σχέση με τις άλλες χώρες των Δυτικών Βαλκανίων, η πΓΔΜ κατατάσσεται στη δεύτερη θέση μετά το Μαυροβούνιο, ως προς το ύψος του εξωτερικού χρέους. Παρουσιάζει, δε, τον μεγαλύτερο ρυθμό αύξησης του σχετικού ποσοστού, έως το 2020. Οι θετικές οικονομικές προοπτικές για την τριετία 2018-2020 βασίζονται στη διαφαινόμενη αντιστροφή του αρνητικού κλίματος όσον αφορά στις ΑΞΕ και στις προσδοκίες για ανάκαμψη του κατασκευαστικού τομέα (τροφοδοτούμενη και από την επανέναρξη των έργων οδικών υποδομών) και της μεταποίησης. Κινητήριος μοχλός της ανάπτυξης αναμένεται να είναι και για το επόμενο χρονικό διάστημα η ιδιωτική κατανάλωση. Επιπροσθέτως, σημαντικό ρόλο εκτιμάται ότι θα διαδραματίσουν οι εξαγωγές αγαθών της πΓΔΜ, οι οποίες, το 2017, αντιστοιχούσαν στο 40,4% του ΑΕΠ της χώρας και προβλέπεται ότι θα συνεχίσουν την ανοδική τους πορεία μέχρι και το 2020, οπότε θα ανέλθουν στο 43,2% του ΑΕΠ. Σημειώνεται ότι, εάν ληφθεί υπ’ όψιν η αξία των εξαγωγών αγαθών ως ποσοστό επί του ΑΕΠ, η πΓΔΜ κατατάσσεται στην πρώτη θέση μεταξύ των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων, με τον μέσο όρο της περιοχής να διαμορφώνεται στο 28,5%, το 2017. Προϋποθέσεις για την επιβεβαίωση των θετικών προσδοκιών για την οικονομία της πΓΔΜ αποτελούν, σύμφωνα με την Έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας, η υλοποίηση των απαραίτητων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και η εφαρμογή ενός αξιόπιστου προγράμματος δημοσιονομικής εξυγίανσης, το οποίο θα περιλαμβάνει εξορθολογισμό των κοινωνικών δαπανών και των κρατικών ενισχύσεων (κυρίως στον αγροτικό τομέα), βελτίωση της διαχείρισης των δημοσίων οικονομικών, εξασφάλιση της βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος και φορολογική μεταρρύθμιση. Ειδικότερα, ως προς την πρόθεση της κυβέρνησης για εισαγωγή συστήματος προοδευτικής φορολόγησης (σήμερα ισχύει ενιαίος φορολογικός συντελεστής 10%), ο εδώ εκπρόσωπος της Παγκόσμιας Τράπεζας (με αρμοδιότητα για πΓΔΜ και Κόσοβο), M. Mantovanelli έχει ταχθεί με δηλώσεις του υπέρ του εν λόγω μέτρου, εφιστώντας, ωστόσο, την προσοχή της κυβέρνησης στον προσδιορισμό του κατάλληλου εισοδηματικού κατωφλιού για τον υψηλό φορολογικό συντελεστή (18%). Η εαρινή Έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας φαίνεται να αναγνωρίζει ότι το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα της κυβέρνησης της πΓΔΜ κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση, γεγονός το οποίο αντανακλάται στις προβλέψεις για επιστροφή στην ανάπτυξη, καθώς και για βελτίωση των περισσότερων οικονομικών δεικτών την επόμενη διετία (με εξαίρεση το δημόσιο και το εξωτερικό χρέος). Παρά ταύτα, η αναθεωρηθείσα (εαρινή) πρόβλεψη της Παγκόσμιας Τράπεζας για τον ρυθμό ανάπτυξης, το 2018, είναι πλέον αρκετά χαμηλότερη από την αντίστοιχη της κυβέρνησης (3,2%). Επιπλέον, σε αντίθεση με τη φθινοπωρινή Έκθεση, η πΓΔΜ κατατάσσεται στις τελευταίες θέσεις μεταξύ των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων, ως προς τον προβλεπόμενο ρυθμό ανάπτυξης την επόμενη διετία. Η συγκεκριμένη δυσμενής πρόβλεψη αποκτά ιδιαίτερη σημασία εάν ληφθεί υπ’ όψιν ότι, σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις της περιφερειακής Διευθύντριας της Παγκόσμιας Τράπεζας για τα Δυτικά Βαλκάνια, L. V. Gelder, εφόσον ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης των χωρών της περιοχής παραμείνει αμετάβλητος, το βιοτικό επίπεδο των πολιτών τους θα εξομοιωθεί με αυτό των πολιτών των χωρών της Δυτικής Ευρώπης μετά από έξι δεκαετίες. Προκειμένου, δε, αυτό το χρονικό διάστημα να περιοριστεί σε μία εικοσαετία, θα πρέπει ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων να αυξηθεί στο 5%. |