Ενημερώσεις ανά θέμα
Εγγραφή στο Newsletter
ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ AΡΧΕΙΟΥ
Κατηγορίες κειμένου: | |
---|---|
Χώρα αναφοράς: | ΤΥΝΗΣΙΑ |
Ημερομηνία: | 03/04/2024 |
Έκδοση: | Γραφείο Ο.Ε.Υ. Τύνιδας |
Κείμενο: | Α) Επενδύσεις. Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευσε την Τετάρτη 27 Μαρτίου 2024 η Αρχή Επενδύσεων της Τυνησίας (TIA), οι δηλωθείσες επενδύσεις αυξήθηκαν κατά 34,6% αγγίζοντας 370 εκ. ευρώ κατά τους δύο πρώτους μήνες του 2024 σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2023. Οι επενδύσεις αυτές θα συμβάλουν στη δημιουργία 16.251 θέσεων εργασίας, πράγμα που σηματοδοτεί αύξηση 15% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2023. Όσον αφορά την κατανομή των επενδύσεων ανά τομέα, η βιομηχανία κατέχει την πρώτη θέση, αντιπροσωπεύοντας το 31% των συνολικών δηλωθεισών επενδύσεων, ο τομέας αυτός διαδραματίζει επίσης πρωταγωνιστικό ρόλο στη δημιουργία θέσεων εργασίας, αντιπροσωπεύοντας το 42% του συνόλου. Οι επενδύσεις στον γεωργικό τομέα έρχονται στη δεύτερη θέση, με 96,5 εκατ. ευρώ ή το 26% των δηλωθεισών επενδύσεων, δημιουργώντας 2.135 θέσεις εργασίας (13% των δηλωθεισών θέσεων εργασίας). Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αποκτούν όλο και μεγαλύτερη σημασία και έρχονται στην τρίτη θέση στην κατανομή των επενδύσεων. Ο συγκεκριμένος τομέας κατέγραψε επενδυτικό όγκο 81,17 εκ. ευρώ κατά τους δύο πρώτους μήνες του 2024, αντιπροσωπεύοντας το 22% των επενδυτικών προθέσεων. Τα έργα εθνικού ενδιαφέροντος (ύψος επένδυσης μεγαλύτερο ή ίσο από 50 MD/14,7 εκ. ευρώ ή θέσεις εργασίας ≥ 500) αντιπροσωπεύουν το 29% του συνολικού όγκου των επενδύσεων που δηλώθηκαν κατά τους δύο πρώτους μήνες του 2024. Αυτό μεταφράζεται σε ένα σημαντικό σωρευτικό ποσό ύψους 109 εκ. ευρώ. Μεταξύ των δηλωθεισών επενδύσεων, το 35% περιλαμβάνει ξένη συμμετοχή με επενδυτικό όγκο 130 εκ. ευρώ, επιτρέποντας τη δημιουργία 2.985 θέσεων εργασίας (22% των θέσεων εργασίας που πρόκειται να δημιουργηθούν), αναφέρεται στην έκθεση της η TIA. Υπενθυμίζεται ότι μόνο για τον Ιανουάριο του 2024, οι δηλωθείσες επενδύσεις στους διάφορους τομείς οικονομικής δραστηριότητας στην Τυνησία ανήλθαν σε περίπου 228 εκατ. δολάρια, σημειώνοντας αύξηση 68,9% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2023, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευσε η Αρχή Επενδύσεων της Τυνησίας. Οι επενδύσεις αυτές, τόσο από εγχώριους όσο και από ξένους επενδυτές, δημιούργησαν 8.792 θέσεις εργασίας, σημειώνοντας αύξηση 9,5% σε ετήσια βάση, σύμφωνα με την ίδια πηγή. Β) Ναυτιλία. Στις 6 Μαρτίου 2024, Τυνήσιοι αξιωματούχοι φιλοξένησαν ανώτατα στελέχη της κινεζικής ναυτιλιακής εταιρείας Cosco στο λιμάνι του Rades, σηματοδοτώντας μια πιθανή επιστροφή της μετά από παρατεταμένη απουσία από την αγορά της Τυνησίας. Στην επίσκεψη συμμετείχε και ο αντιπρόεδρος της Cosco Hu Hua, δηλώνοντας ότι η εταιρεία θεωρεί το λιμάνι του Rades ως μια πιθανή στρατηγική σύνδεση της Κίνας με τις ευρωπαϊκές αγορές. Επίσης, στις 6 Μαρτίου 2024, το Κέντρο για την Προώθηση των Εξαγωγών ανακοίνωσε ότι θα ανοίξει μια νέα θαλάσσια ναυτιλιακή διαδρομή μεταξύ Τυνησίας, Μαρόκου, Ισπανίας και Λιβύης. Η νέα «Carthage Container Line» είναι μια συνεργασία μεταξύ της εταιρείας Arco Lines Shipping με έδρα το Ντουμπάι και της Africa Marine Company με έδρα την Τυνησία. Η διαδρομή θα έχει αναχώρηση κάθε 15 ημέρες με αναμενόμενο χρόνο διέλευσης τέσσερις ημέρες. Η αύξηση της εμπορικής ναυτιλιακής κίνησης θα ωφελούσε την Τυνησία, οδηγώντας το εμπόριο να διέλθει μέσω του λιμανιού του Rades. Ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν προκλήσεις όσον αφορά την εφαρμογή καθώς το λιμάνι συνεχίζει να υπολείπεται σε ζητήματα εκσυγχρονισμού των υποδομών και περιορισμού της δωροδοκίας και της διαφθοράς. Η πιθανή είσοδος μιας μεγάλης ξένης εταιρείας είναι ένα ενθαρρυντικό σημάδι μετά την πρόσφατη ανακοίνωση της Mitsubishi ότι θα κλείσει τα γραφεία της στην Τυνησία. Ωστόσο, η μάστιγα της αναποτελεσματικότητας και της διαφθοράς θα πρέπει να αντιμετωπιστεί προκειμένου η Τυνησία να αποκομίσει ουσιαστικά οικονομικά οφέλη. Γ) Τιμές καυσίμων και τραπεζικές προμήθειες. Στις 23 Μαρτίου 2024, ο διευθύνων σύμβουλος του κρατικού διανομέα πετρελαίου AGIL, Khaled Bettine, επιβεβαίωσε ότι δεν αναμένονται αυξήσεις στις τιμές των καυσίμων το 2024. Η ανακοίνωση αυτή συνάδει με τις προβλέψεις στον Προϋπολογισμό του 2024. Ο Bettine ανέφερε ότι οι εκτιμήσεις του Προϋπολογισμού του 2024 για την τιμή του πετρελαίου στα 81 δολάρια το βαρέλι ήταν «λογικές». Ωστόσο, οι τιμές του πετρελαίου έχουν αυξηθεί σε περίπου 89 δολάρια το βαρέλι και συνέχισαν να αυξάνονται τις τελευταίες εβδομάδες καθώς τα κράτη του ΟΠΕΚ επιδιώκουν να διαχειριστούν τους όγκους παραγωγής προς μια υψηλότερη τιμή ανά βαρέλι. Εν τω μεταξύ, στις 28 Μαρτίου 2024, ένας αξιωματούχος από τον Οργανισμό Προσανατολισμού των Καταναλωτών επιβεβαίωσε ότι επιτεύχθηκε συμφωνία με την Κεντρική Τράπεζα της Τυνησίας για πάγωμα των τραπεζικών προμηθειών το 2024. Η συμφωνία έρχεται καθώς έχουν αυξηθεί τα παράπονα των πολιτών για τις αυξήσεις των τραπεζικών προμηθειών. Σε μια πολιτικά σημαντική χρονιά, δεν προκαλούν έκπληξη οι πολιτικές που θα έχουν θετικό επικοινωνιακό αντίκτυπο στον πληθυσμό της Τυνησίας. Οι τιμές της βενζίνης και οι τραπεζικές προμήθειες είναι συνήθεις απογοητεύσεις που εκφράζονται από τους καταναλωτές στην Τυνησία, με αμφότερες να δημιουργούν εμπόδια στην είσοδο στην ιδιοκτησία οχημάτων και στο τραπεζικό σύστημα αντίστοιχα. Ο Πρόεδρος Kais Saied έχει κάνει ξεκάθαρη την κοινωνικά προσανατολισμένη πολιτική ατζέντα του, καθώς προσπαθεί να τοποθετηθεί ως συμπαραστάτης στους μέσους Τυνήσιους απέναντι στη διαφθορά και την εκμετάλλευση. Αν και αυτή η προσέγγιση μπορεί να μην αυξήσει σημαντικά τη συμμετοχή των ψηφοφόρων στις επερχόμενες προεδρικές εκλογές, πιθανότατα θα συνεχίσει να αποθαρρύνει κάθε ουσιαστική πολιτική διαφωνία ή πρόκληση. Έτσι τέτοιες προσπάθειες πιθανότατα θα συνεχιστούν μέχρι τις εκλογές του 2024. Δ) Κλωστοϋφαντουργικός τομέας. Ο κλάδος της κλωστοϋφαντουργίας στην Τυνησία, που κάποτε θεωρούνταν ένας ακμάζων οικονομικός πυλώνας, κινδυνεύει τώρα με συρρίκνωση. Μόνο 70 εταιρείες δραστηριοποιούνται σήμερα στον τομέα, αριθμός σημαντικά χαμηλότερος από τις 200 και πλέον εταιρείες που κάποτε άκμαζαν στον τομέα. Αυτή η δραστική μείωση αντανακλά τη διάβρωση του τομέα της κλωστοϋφαντουργίας, η οποία έχει μειωθεί σε ένα μόλις 15% του τομέα της ένδυσης, ο οποίος εξακολουθεί να αριθμεί 1.700 επιχειρήσεις. Ο κλάδος της κλωστοϋφαντουργίας και της ένδυσης αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις, οι οποίες επιδεινώνονται από τις δυσμενείς επιχειρηματικές πρακτικές και το ανεπαρκές ρυθμιστικό περιβάλλον. Μια από τις κύριες δυσκολίες είναι η μαζική εισαγωγή τελικών υφασμάτων από την Ταϊβάν, μια πρακτική που κάποιοι χαρακτηρίζουν ως "νομιμοποιημένο λαθρεμπόριο". Αυτό θέτει σε μειονεκτική θέση τις τοπικές εταιρείες, οι οποίες συμμετέχουν σε ολόκληρη τη διαδικασία παραγωγής από το πλύσιμο έως το φινίρισμα, λόγω του υψηλού κόστους παραγωγής. Επιπλέον, η Τυνησία εισάγει πάνω από 100 εκατομμύρια μέτρα υφάσματος ετησίως, ποσότητα η οποία, αν μειωθεί στα 20 εκατομμύρια, θα μπορούσε να συμβάλει σημαντικά στην αναζωογόνηση του τοπικού κλωστοϋφαντουργικού τομέα. Ε) Ιδιωτικό χρέος. Αντιμέτωπο με το υψηλό κόστος ζωής και τις εμφανείς οικονομικές δυσκολίες, το χρέος των νοικοκυριών στην Τυνησία έχει εκραγεί τα τελευταία χρόνια, φτάνοντας σε επίπεδα ρεκόρ, με βάση τα επίσημα στοιχεία. Σύμφωνα με έκθεση που δημοσίευσε το Τυνησιακό Ινστιτούτο Στατιστικής (INS), τα ανεξόφλητα δάνεια των νοικοκυριών αυξάνονται σταθερά και υπερδιπλασιάστηκαν μεταξύ 2015 και 2022, σημειώνοντας αύξηση από 7,83 δισεκατομμύρια ευρώ το 2015 σε 16,47 δισεκατομμύρια ευρώ το 2022. "Αυτό οφείλεται στην αύξηση της καταναλωτικής πίστης, και πιο συγκεκριμένα των δανείων που χορηγούνται για την ανακαίνιση ή τον εξοπλισμό κατοικιών και τις τρέχουσες δαπάνες, αλλά και των δανείων με μεγαλύτερη διάρκεια που προορίζονται για την απόκτηση κατοικίας", επισημαίνει το INS. Η κατάσταση επιδεινώνεται από την μείωση της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών, η οποία τα καθιστά πιο ευάλωτα στην συσσώρευση χρέους, σύμφωνα με ειδικούς. Επιπλέον, η σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής από την Κεντρική Τράπεζα της Τυνησίας, με στόχο την καταπολέμηση του πληθωρισμού, δυσχεραίνει την πρόσβαση στον δανεισμό και αποδυναμώνει περαιτέρω τις υπερχρεωμένες οικογένειες. Αντιμέτωπη με τις επίμονες πληθωριστικές πιέσεις στην Τυνησία, η Κεντρική Τράπεζα της Τυνησίας διατηρεί το βασικό της επιτόκιο αμετάβλητο στο 8%, γεγονός που έχει αρνητικό αντίκτυπο στο κόστος δανεισμού, σε βάρος των οικονομικών παραγόντων, συμπεριλαμβανομένων των νοικοκυριών. |