Ενημερώσεις ανά θέμα
Εγγραφή στο Newsletter
ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ AΡΧΕΙΟΥ
Κατηγορίες κειμένου: | |
---|---|
Χώρα αναφοράς: |
![]() |
Ημερομηνία: | 04/06/2024 |
Έκδοση: | Γραφείο Ο.Ε.Υ. Παρισίων |
Κείμενο: | Το Πρόγραμμα Σταθερότητας (PSTAB, Programme de Stabilité) 2024-2027 παρουσιάστηκε στο Υπουργικό Συμβούλιο στις 17 Απριλίου 2024. Στόχος του ήταν να αναδείξει τους στόχους της ανάπτυξης και της δημοσιονομικής εξυγίανσης που η κυβέρνηση της Γαλλίας έχει θέσει με ορίζοντα το έτος 2027. Ειδικότερα, βάσει των προβλέψεων του προγράμματος, μετά το τέλος της υγειονομικής και ενεργειακής κρίσης, και αφού τα δημόσια οικονομικά της χώρας επανήλθαν στην κανονικότητα, το δημόσιο έλλειμμα αναμένεται να επανέλθει κάτω από το 3% του Α.Ε.Π. το 2027 και αυτό ένεκα της διαρθρωτικής βελτίωσης της προβλεπόμενης δυναμικής του ρυθμού ανάπτυξης μεταξύ 2023-2027. Το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του Α.Ε.Π. αναμένεται να μειωθεί, αρχής γενομένης από το 2026. Η οικονομική δραστηριότητα, η οποία αυξήθηκε κατά 0,9% το 2023, σηματοδοτεί την ανάκαμψη της γαλλικής οικονομίας παρά τα διαδοχικά εξωγενή σοκ. Για το 2024 η οικονομική δραστηριότητα προβλέπεται να αυξηθεί κατά 1%, βασιζόμενη στην επιτάχυνση της κατανάλωσης των νοικοκυριών, αλλά και λόγω της πτώσης του πληθωρισμού που αναμένεται να ευνοήσει μία μείωση του ποσοστού αποταμίευσης. Το εξωτερικό εμπόριο εκτιμάται ότι θα υποστηρίξει την οικονομική ανάπτυξη, παρά την ύπαρξη ενός διεθνούς περιβάλλοντος όχι ιδιαίτερα ευνοϊκού, χάρη στη διατήρηση των οικονομικών επιδόσεων των εξαγωγών, κυρίως του αεροναυπηγικού τομέα. Το δημόσιο έλλειμμα ως ποσοστό του Α.Ε.Π. διαμορφώθηκε το 2023 στο -5,5% του Α.Ε.Π., ύστερα από -4,8% το 2022. Τα υιοθετηθέντα μέτρα προστασίας των επιχειρήσεων ενισχύθηκαν τόσο από την χρονική παράταση και απλοποίηση των εργαλείων ενίσχυσης επιχειρήσεων, όσο και από τη διατήρηση της δασμολογικής ασπίδας, αλλά και τη θέσπισης μηχανισμού περιορισμού δαπάνης ηλεκτρικής ενέργειας, για μία μερίδα Μ.Μ.Ε. επιχειρήσεων. Eξάλλου, η κυβέρνηση υιοθέτησε μέτρα υπέρ των ασθενέστερων νοικοκυριών, όπως την μείωση της τιμής της βενζίνης από μία εφάπαξ καταβολή επιδότησης στην αντλία. Τέλος, το έτος 2023, σηματοδοτεί τον σχεδόν μηδενισμό των εξόδων που συνδέονταν με την υγειονομική κρίση. Το ισοζύγιο γενικής κυβέρνησης του 2023 επιδεινώθηκε σε σχέση με την πρόβλεψη του προϋπολογισμού του 2024 (-4,9% του Α.Ε.Π.). Αυτό εξηγείται από την επιδείνωση των δημοσίων εσόδων, που με την σειρά της συνδέεται με ένα μακροοικονομικό περιβάλλον λιγότερο ευνοικό σε σχέση με το αναμενόμενο, ακόμη και αν η πραγματική ανάπτυξη του Α.Ε.Π. διατηρήθηκε. Η μείωση του πληθωρισμού ήταν γρηγορότερη απ’ ότι αναμένετο, γεγονός που επηρέασε την ονομαστική κατανάλωση και μισθολογική μάζα, και κατά συνέπεια τα δημόσια έσοδα. Το ύψος των υποχρεωτικών κρατήσεων μειώθηκε αισθητά το 2023, φθάνοντας το 43,5% του Α.Ε.Π., ύστερα από 45,2% το 2022. Εξάλλου, τα μέτρα μείωσης φόρων, και η περιορισμένη δυναμική των εσόδων ερμηνεύεται εν μέρει από τους φόρους εισοδήματος νομικών προσώπων που αυξήθηκαν σημαντικά το 2022. Το έτος 2024, πρώτη περίοδος εφαρμογής του εν λόγω προγράμματος σταθερότητας, ανανεώνει την βούληση της κυβέρνησης να ακολουθήσει την στρατηγική της οικονομικής πολιτικής της, καθώς και να αποκαταστήσει την ισορροπία των δημοσίων οικονομικών με στόχο την επίτευξη του στόχου για δημόσιο έλλειμμα κάτω από 3%το 2027, παρά την επιδείνωση του ελλείμματος που παρατηρήθηκε το 2023. Ο στόχος ελλείμματος για το 2024 έχει καθοριστεί στο -5,1% του Α.Ε.Π., ή βελτίωση κατά 0,4 του Α.Ε.Π. σε σχέση με το έτος 2023. Αυτή η βελτίωση θα αντικατοπτρίσει εν μέρει την έξοδο από τα προσωρινά σχετικά μέτρα που συνδέονται με την ενέργεια και την ανάκαμψη. Η μείωση των τιμών της ενέργειας επιτρέπει την λήξη της υιοθέτησης μέτρων κατά του πληθωρισμού, των οποίων το κόστος εκτιμάται σε 9 δισ. ευρώ μικτά και 5 δισ. ευρώ καθαρά . Εξάλλου η κυβέρνηση έχει υιοθετήσει αυστηρά μέτρα ελέγχου των δημοσίων δαπανών, θεσπίζοντας από τον Φεβρουάριο του 2024 μείωση των προβλεπόμενων κονδυλίων κατά 10 δισ. ευρώ, διατηρώντας έτσι τον στόχο αύξησης λιγότερης από 0,5% στις λειτουργικές δαπάνες των Ο.Τ.Α. Συμπληρωματικά δε μέτρα θα επιτρέψουν να διατηρηθεί ο στόχος του ελλείμματος, μέσω κυρίως του ελέγχου των δημοσίων δαπανών των Ο.Τ.Α., ή ακόμη και με την φορολόγηση των υπερκερδών. Συνολικώς, οι δημόσιες δαπάνες ως ποσοστό του Α.Ε.Π. θα εξακολουθούν να μειώνονται, ώστε να σταθεροποηθούν στο 43,5% του Α.Ε.Π., μετά από 45,2% το 2022. Ο όγκος των δημοσίων δαπανών αναμένεται να αυξηθεί ελαφρώς σε όγκο (+0,6% το 2024, ύστερα από -1,1% το 2023. Η οικονομική ανάπτυξη προβλέπεται να φτάσει το +1,4% το 2025 και θα εξακολουθήσει να υποστηρίζεται κυρίως από την κατανάλωση των νοικοκυριών, αλλά και τη μείωση του πληθωρισμού,που παραμένει από τους χαμηλότερους στην ευρωζώνη. Η οικονομική δραστηριότητα θα ευνοηθεί επίσης από τη προοδευτική ανάκαμψη των ιδιωτικών επενδύσεων, σε συνδυασμό με την μείωση των επιτοκίων που ξεκίνησε το 2024, αλλά και τη βελτίωση του εξωτερικού εμπορίου που εκτιμάται ότι θα ενισχυθεί-εν μέσω μίας αύξησης της διεθνούς ζήτησης το 2025. Η οικονομική ανάπτυξη αναμένεται να αγγίξει το +1,7% το 2026 και +1,8% το 2027. Αυτός ο ρυθμός αντανακλά τις σημαντικές ικανότητες ανάκαμψης της γαλλικής οικονομίας, τόσο από την πλευρά της ζήτησης, όσο και από αυτήν της προσφοράς (ιδιαίτερα στους τομείς της αεροναυπηγικής, αυτοκινητοβιομηχανίας και τομείς έντασης ενέργειας). Μία βελτίωση των δημοσίων οικονομικών προβλέπεται για το έτος 2025, με στόχο το ισοζύγιο γενικής κυβέρνησης ως ποσοστό του Α.Ε.Π. να αγγίξει το -4,1%. Την προσπάθεια μείωσης των δημοσίων δαπανών θα επιμεριστεί το σύνολο της δημόσιας διοίκησης. Ως εκ τούτου, το ισοζύγιο γενικής κυβέρνησης αναμένεται να φθάσει στο -3,6% του Α.Ε.Π. το 2026 και στη συνέχεια στο -2,9% το 2027. Αυτός ο στόχος παραμένει κατώτερος από το μέγεθος που απαιτείται για να σταθεροποιηθεί το δημόσιο χρέος. Σημειώνεται ότι η δημοσίευση του Προγράμματος Σταθερότητας εντάσσεται στο πλαίσιο των νέων κανόνων προϋπολογισμού της Ε.Ε. Σύμφωνα με τους νέους κανόνες, η Γαλλία πρόκειται δημοσιεύσει το προσεχές φθινόπωρο ένα μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα διαρθρωτικών αλλαγών πολυετούς βάσης, που θα επικαιροποιήσει τις δεσμεύσεις της κυβέρνησης όσον αφορά τη διαχείριση των δημοσίων οικονομικών. Αυτοί οι νέοι κανόνες είναι ισορροπημένοι, αλλά και προσαρμοσμενοι στη νέα οικονομική πραγματικότητα και αναμένεται να συμβάλουν στη βιωσιμότητα των δημοσίων οιονομικών, αλλά και στην μακροπρόθεσμη ανάπτυξη. Η υιοθέτηση δράσεων από την κυβέρνηση της Γαλλίας επέτρεψε στη χώρα να επιτύχει αξιοσημείωτες επιδόσεις στο μέτωπο της ανάπτυξης, προσέλκυσης επενδύσεων, επαναβιομηχάνισης και μείωσης του πληθωρισμού, παρά τα διαδοχικά εξωγενή σοκ. Συνοψίζοντας, σύμφωνα με τις κατευθύνσεις που έχει δώσει ο Πρόεδρος της Γαλλίας, η κυβέρνηση διατηρεί τη στρατηγική της οικονομικής πολιτικής της που σκοπεύσει να υιοθετήσει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις προς υποστήριξη της ανάπτυξης, της πλήρους απασχόλησης, επιτάχυνσης της επαναβιομηχανοποίησης και επανεπένδυσης στις δημόσιες υπηρεσίες (παιδεία, υγεία, δικαιοσύνη, ασφάλεια), επιταχύνοντας έτσι την μετάβαση προς την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση. Η στρατηγική αυτή εγγυάται την κυριαρχία της Γαλλίας, εντός ενός μακροοικονομικού και δημοσιονομικού πλαισίου, όπως αυτό άλλωστε αποτυπώνεται από το εν θέματι πρόγραμμα, που έχει ως στόχο την επιστροφή του ελλείμματος κάτω από το 3% έως το 2027. Ένας στόχος που χαρακτηρίζεται ρεαλιστικός και συνάμα φιλόδοξος. H εξυγίανση των δημοσιονομικών της Γαλλίας εξαρτάται από τη συγκράτηση των δημοσίων δαπανών, οι οποίες θα αυξηθούν μόλις κατά 0,6% σε όγκο την περίοδο 2023-2027. Ο έλεγχος των δημοσίων δαπανών εξαρτάται από τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, όπως οι μειώσεις των συντάξεων και η επίτευξη πλήρους απασχόλησης. Τα μέτρα αυτά αποτυπώνονται στην ετήσια επισκόπηση δαπανών που καταγράφονται στον πολυετή προγραμματισμό δημοσίων οικονομικών ετών 2023-2027. Αυτό το πρόγραμμα/επισκόπηση τελεί υπό την επίβλεψη του Πρωθυπουργού της χώρας, καλύπτει το σύνολο των τομέων της δημόσιας διοίκησης. Η προσπάθεια ελέγχου των δημοσίων δαπανών θα κατανεμηθεί μεταξύ της κεντρικής διοίκησης, των οργανισμών της κοινωνικής ασφάλισης, των Ο.Τ.Α, αλλά και των φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα. |